ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

ΛΙΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΩΣ

 

ΤΟ ΑΛΣΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΧΑΛΙ ΤΟΥ

Το πεδίον του Άρεως

 

    Το Πεδίον Άρεως πήρε το όνομά του από το Ρωμαϊκό Campus Martius κι αυτό γιατί επί βασιλείας Όθωνος, μπροστά στο ναό των Ταξιαρχών και προς την οδό Μαυρομματαίων, φιλοξένησε τους Στρατώνες του Ιππικού. Στα χρόνια μάλιστα του Γεωργίου Α΄ λειτούργησε στο Πεδίον του Άρεως Ιππευτική Σχολή (πυρπολήθηκε το 1944, στα Δεκεμβριανά).

 

 

   Αργότερα και μέχρι το 1880 ήταν ο τόπος της υπαίθριας συγκέντρωσης του κοινού γιά περίπατο και αναψυχή. Ειδικά τα Κυριακάτικα μεσημέρια και τις γιορτές αποτελούσε χώρο περιπάτου γιά τους Αθηναίους πολίτες και τους Βασιλείς. 

Ο μικρός ναός των Ταξιαρχών, στο Άλσος

   Στη πλατεία του ναού των Ταξιαρχών υπήρχε στημένη μιά εξέδρα μουσικής σε πολυγωνικό σχήμα, όπου παιάνιζε

 η φιλαρμονική. Από εκεί προήλθε και το όνομα της όμορης γειτονιάς «Πολύγωνο».

 

 

   

 

   ΧΩΡΟΣ ΠΡΑΣΙΝΟΥ 

Τοπογραφικό της περιοχής του Άλσους. Στο άνω αριστερό άκρο ο Πνελλήνιος Γ.Σ.

   Με το Βασιλικό Διάταγμα της 23ης Ιουλίου 1887 η έκταση του Πεδίου του Άρεως εντάσσεται στο Σχέδιο πόλεως και χαρακτηρίστηκε ως μη οικοδομήσιμος κοινόχρηστος χώρος. Κατά παράβαση του Σχεδίου κατασκευάστηκαν στις δεκαετίες που ακολουθούν το Νοσοκομείο Κτηνών, τα κτήρια της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, διάφοροι ημιμόνιμοι και προσωρινοί προσφυγικοί συνοικισμοί, καφενεία, γκαράζ, ιδιωτικό σχολείο, κ.ά. 

    Το 1924 η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, με τη σύμφωνη γνώμη του ΥΠΕΧΩΔΕ, παραχώρησε στον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο την χρήση 5,6 γειτονικών στρεμμάτων γιά τις ανάγκες των αθλητικών του εγκαταστάσεων μετά την απαλλοτρίωση του οικοπέδου στη συμβολή των οδών Πατησίων και Αλεξάνδρας, δεσμεύοντάς τον να μην πειράξει το πράσινο που υπήρχε στην έκταση αυτή.



 

ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΚΤΙΣΜΑΤΩΝ  

   Κατά διαστήματα υπήρξαν σκέψεις και προτάσεις γιά την ανέγερση και άλλων κτισμάτων. Μία από αυτές ήταν να ανεγερθεί και Ηρώον του Εθνικού Αγώνα. Κατά την θεμελίωσή του πραγματοποιήθηκε γιορτή, ενώ γιά τον σκοπό τούτο στάλθηκαν από διάφορες πόλεις της Ελλάδας κυβόλιθοι σαν ένδειξη συμμετοχής τους στο έργο. Στην προσπάθεια να διαφυλαχθεί όλο αυτό το υλικό που είχε συσσωρευτεί περιφράχθηκε όλος ο χώρος έξω από τα όρια των εγκαταστάσεων του Πανελληνίου. 

 

   Το 1927 συγκροτήθηκε η Επιτροπή Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών και δόθηκε προτεραιότητα στη διαμόρφωση του Πεδίου του Άρεως, αφού το διεκδικούσαν γιά κατασκευή κτηριακών εγκαταστάσεων το Δικαστικό Μέγαρο Αθηνών, η θερινή σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η Χριστιανική Αδελφότης Νέων (ΧΑΝ) και το Υπουργείο Γεωργίας. Την ίδια περίοδο το Πεδίον Άρεως χρησιμοποιήθηκε και από την αγγλική εταιρεία ηλεκτροφωτισμού και ηλεκτρικής συγκοινωνίας «POWER» γιά την απόρριψη προϊόντων εκσκαφής στη διάρκεια της κατασκευής της σήραγγας του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Αθηνών-Πειραιώς.

 

Το Green Park, λίγο πριν το καταντήσουν σαν τα μούτρα τους

 

  Μετά από έκκληση της επιτροπής Δημοσίων Κήπων και Δενδροστοιχιών ο Πέτρος Καλλιγάς αναλαμβάνει τη δημιουργία του σχεδίου φύτευσης ενώ η απόφαση για την υλοποίησή της ελήφθη το 1933. Οι προσπάθειες όμως δεν καρποφόρησαν λόγω έλλειψης φορέα χρηματοδότησης.

   Επτά χρόνια αργότερα, με τη συμβολή του εκδότη της εφημερίδας «Έθνος» Σπύρου Νικολόπουλου και του Πέτρου Καλλιγά, το πάρκο σώθηκε από διεκδικήσεις με τη διαμόρφωση του κοινόχρηστου άλσους (Ν.6171/1934) επί υπουργίας Πέτρου Ράλλη. Το 1934 ανατίθεται στο Ειδικό Ταμείο Μόνιμων Οδοστρωμάτων Αθηνών (Ε.Τ.Μ.Ο.Α.) η διαμόρφωση του χώρου. Η τότε κυβέρνηση μάλιστα διέθεσε 7 εκατομμύρια Δραχμές έναντι της προϋπολογισθείσας δαπάνης 30 εκατομμυρίων για την αποπεράτωση του πάρκου.  

   

   Η φύτευση άρχισε το 1935, βάσει νέου σχεδίου του Αν. Δημητρακόπουλου, και σταδιακά μέχρι το 1940 ολοκληρώθηκε στα ελεύθερα από κτίσματα τότε μέρη του πάρκου. Την ίδια εποχή έγιναν διάφορα τεχνικά έργα: αρδευτικό δίκτυο, ηλεκτροφωτισμός με μαντεμένιες κολώνες σε βάσεις μαρμάρου και σιδερένια με υαλοπίνακες φωτιστικά, καθίσματα, συντριβάνια, οίκημα του γραφείου/ διοίκησης, το αναψυκτήριο Green Park, το Περίπτερο Γαρδένια, κ.λπ.      



   Από το 1940 μέχρι το 1944, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, το Πάρκο σχεδόν εγκαταλείφθηκε. Από το 1945 άρχισε η συντήρησή του και ένα χρόνο αργότερα εξασφαλίστηκε η άρδευσή του. 

 ORPHEAS

πίσω στα παλιά

 

Eν Αθήναις....η Ομόνοια την νύχτα




Η φωτογραφία είναι λίγο πρίν από το ΄60.

Η Ομόνοια την νύχτα φωτισμένη με το συντριβάνι και τις φωτεινές επιγραφές...
Σουρωτή ...Σιγαρέτα Παπαστράτος...από κάτω κάποια μπύρα μάλλον ΦΙΞ...
Το ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ το σινεμά ...τα θαλάσσια λουτρά ΦΟΙΝΙΞ
και ρωτούσαμε τους μεγαλύτερους πώς φέρνουν το νερό από την θάλασσα
και μας απαντούσαν γελώντας ότι είναι της βρύσης και ρίχνουν αλάτι.
Χαζεύαμε τις φωτεινές επιγραφές...ο ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ άλλαζε και έμπαινε
ο παπαγάλος του ΛΟΥΜΙΔΗ ή ο Μεξικανός του BRAVO...
βιζαβί κι απεναντίας στα Χαυτεία τότε οι δύο ανταγωνιστές καφετζήδες.
Ο καθένας είχε την πελατεία του και το χαρμάνι του με την καβουρντιζιέρα
να γυρίζει συνεχώς τους κόκκους του καφέ και να σου σπάνε την μύτη.
Η πλατεία Ομονοίας ήτανε μαγική το βράδυ.
Έξω από το ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ με την άσπρη μπλούζα και το καροτσάκι
με την ασετυλίνη πουλούσε ξηρούς καρπούς ο μικροπωλητής.
Στην γωνία φωτισμένος και ο ΜΠΑΚΑΚΟΣ με κόσμο πάντα απ΄έξω
να κοιτάζει τα ρολόγια του για τα ραντεβού του.
Η Στάνη με τα γαλακτομπούρεκα...τα ρυζόγαλα...τις κρέμες...
Στην Πειραιώς παρακάτω τα καμπαρέ της εποχής με τις σκεπασμένες
ως ακατάλληλες δι ανηλίκους απ΄έξω τολμηρές φωτογραφίες κοριτσιών
με...σούπερ μάξι μαγιό.
Η ΟΜΟΝΟΙΑ ήταν η βάση από την οποία ξεκινούσε η παρέα
για να βρεί το μέρος που θα διασκέδαζε.

πίσω στα παλιά

πίσω στα παλιά

 

Μικρές αθηναϊκές ιστορίες από το 1880 ως το 1900

 

 

 

Ίρις Κρητικού

Eπιμελήτρια έκθεσης-έκδοσης

 

 


 


 

 

Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834 η Αθήνα ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του νεότερου ελληνικού κράτους. Την εποχή εκείνη, ο πληθυσμός της Αθήνας δεν υπερέβαινε τους 

10.000-12.000 χιλιάδες κατοίκους, ενώ, το μικρό δομημένο αστικό κέντρο, 

περιτριγυριζόταν από αμπέλια, περιβόλια, ελαιώνες και ρέματα.

 

Κατά την απογραφή του πληθυσμού το 1879, η Αθήνα αριθμούσε πολύ περισσότερους κατοίκους. Νεοκλασικά κτίρια κύρους όπως το σημερινό Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (κτίριο του 1835 σε σχέδια του Chr. Hansen, που για πολλές δεκαετίες λειτούργησε ως νοσοκομείο), το Πανεπιστήμιο και η Ακαδημία ή η Εθνική Βιβλιοθήκη, θαυμάσιο κτίριο του Th. Hansen (1887-1902), είχαν ήδη οικοδομηθεί, ενώ οι εύποροι Αθηναίοι έχτιζαν τα αρχοντικά τους στις οδούς Σταδίου, Βουλεβαρδίου (σημερινή Πανεπιστημίου), Ακαδημίας, αλλά και στο πιο ήσυχο Κολωνάκι, όπου και το περίφημο καφενείο της Δεξαμενής, προσφιλές στέκι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του Ανδρέα Καρκαβίτσα και του Γεράσιμου Βώκου. Λίγο πιο κάτω, ανάμεσα στο Πανεπιστήμιο, τη Βιβλιοθήκη και το Πολυτεχνείο, αναπτύχθηκαν τα Εξάρχεια και η Νεάπολη, όπου εγκαταστάθηκαν λόγιοι και φοιτητές, συχνάζοντας στις τέσσερις ταβέρνες και τα έξι

 καφενεία της περιοχής, με γνωστότερο από όλα το “Σοφό Κοραή”, στην οδό

 Ιπποκράτους. Εδώ φούντωσαν τα ρομαντικά ειδύλλια της περιοχής, ανάμεσα σε επαρχιώτες σπουδαστές και στις κόρες των σπιτονοικοκυραίων τους, εδώ άνθισαν

 και οι ρομαντικές καντάδες της Αθήνας της Μπελ Επόκ. Εδώ βρισκόταν εξάλλου

 και η ταβέρνα “Αι δύο καρδίαι” της οδού Πινακωτών (σημ.Χαρ. Τρικούπη), που ονομάστηκε έτσι από τη ρομαντική αυτοκτονία του Μιμίκου και της Βιεννέζας Μαίρης, γκουβερνάντας του παλατιού. Εδώ και η νεόδμητη κομψή κατοικία με την ευρύχωρη

 αυλή και την εύγλωττη γαλλική επιγραφή “Sage Femme”.

 

Στην Ομόνοια, την παλαιότερη κεντρική πλατεία της Αθήνας, ανεγέρθηκαν τα

 νεοκλασικά κτίρια “Μπάγκειον” και “Αλέξανδρος” που ξεχωρίζουν ως σήμερα.

 Λίγο πιο κάτω, το Δημαρχείο Αθηναίων, κτίριο του 1874, και στην πλατεία Κοτζιά, την αλλοτινή πλατεία Λαού ή Λουδοβίκου, οικοδομήθηκαν το Μέγαρο Μελά, θαυμάσιο έργο του E. Ziller του 1887 και το Μέγαρο Γ. Σταύρου. Στην οδό Πειραιώς, στο ύψος του Κεραμεικού, χτίστηκαν το νεοκλασικό μέγαρο της σημερινής Δημοτικής Πινακοθήκης,

 έργο του 1874, σε σχέδια του Γ. Μεταξά και η μικρή εκκλησία των Αγίων Αναργύρων

 του 1893. Το 1889, φωταγωγήθηκαν για πρώτη φορά με ηλεκτρικό ορισμένες

από τις πλατείες της πόλης, ενώ με πρωτοβουλία του Τιμολέοντος Φιλήμονος, 

Δήμαρχου Αθηναίων, και με δάνειο ύψους 300.000 δραχμών από την Εθνική Τράπεζα, ξεκίνησαν εργασίες κατασκευής και ανάπλασης δρόμων και πλατειών όπως της

 πλατείας Συντάγματος, Ομονοίας και Βαρβακείου, καθώς και εργασίες για τον

 καλλωπισμό περιοχών όπως η Κηφισιά, το Χαλάνδρι και το Μαρούσι. Το 1896 με την ευκαιρία της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, η οδοποιία και 

ο φωτισμός της πόλης βελτιώθηκαν ακόμη περισσότερο, ενώ ένα κονδύλι 8.000 

δραχμών εγκρίθηκε για δενδροφύτευση.

 

Στα τέλη του 19ου αιώνα, τα ξενοδοχεία της Πλατείας Συντάγματος είχαν αποκτήσει πανευρωπαϊκή φήμη, ελκύοντας επισκέπτες από ολόκληρη την Ευρώπη. Ξεχωρίζει ασφαλώς το “Ξενοδοχείο της Αγγλίας” που -σύμφωνα με την εγκωμιαστική

 περιγραφή του Σουρή- “...καταλάμπει μεσ’ τα φώτα, καταλάμπει μεσ’ τον πλούτο/που

 το βλέπεις σαν τον χάχα και φωνάζεις: τ’ είναι τούτο...”, αλλά και το

 “Γκραντ Οτέλ ντ’ Ατέν” στην οδό Σταδίου, στο εστιατόριο του οποίου συχνάζει

 και γευματίζει με πιάτα ευρωπαϊκά, σύσσωμη η κοσμική Αθήνα.

 

Λίγο πιο κάτω, ο εμπορικότερος δρόμος της Αθήνας, η οδός Ερμού, ένας από τους πρώτους δρόμους που σχεδιάστηκαν από τους Κλεάνθη και Schaubert, φιλοξένησε ιστορικά καταστήματα, φοιτητικά γαλακτοπωλεία και διάσημα καφενεία, όπως 

εκείνο του “Ζαχαράτου”, όπου σύχναζαν διανοούμενοι της εποχής, όπως 

οι Εμμ. Ροΐδης, Γ. Δροσίνης, Γ. Σουρής, Ζ. Παπαντωνίου και Γ. Κονδυλάκης, 

συγγραφέας του περίφημου “Οι άθλιοι των Αθηνών”, με πλήθος πληροφορίες για την Αθήνα της εποχής. Εδώ και το περίφημο Κομμωτήριο και Μυροπωλείο των 

Δ. Κυριακού και Κ. Βελισσαρίου (οδός Σταδίου 4), που καλλωπίζει όλη την καλή 

αθηναϊκή κοινωνία. Κοντά στην πλατεία Συντάγματος και ο Βασιλικός Κήπος, 

αγαπητός τόπος περιπάτου και αναψυχής, αλλά όχι ο μοναδικός: Στις αρχές της

 δεκαετίας του 1880, στην οδό Πατησίων, κάθε Πέμπτη και Κυριακή, ρομαντικοί

 περιπατητές συνωστίζονται, ενώ “ποιητές που μιμούνται το λόρδο Βύρωνα, 

κυρίες με φέσια κι άλλες, ντυμένες με ευρωπαϊκά φορέματα περιπάτου, ηδυπαθείς

 δανδήδες με βλέμμα υγρό”, αναζητούν τον κατάλληλο στόχο. Στα τέλη, του 19ου

 αιώνα η πολύχρωμη εκείνη παρέλαση έχει πλέον εξελιχθεί σε μια κοινωνική στιγμή

 με σειρά κανόνων, σύμφωνα με τους οποίους στο δεξί πεζοδρόμιο περπατά

 καμαρωτά η αληθινή και η κατά φαντασίαν αριστοκρατία, αντιγράφοντας στις ενδυματολογικές επιλογές της τη γαλλική μόδα, συχνά με κωμικό

αποτέλεσμα, ενώ στο αριστερό πεζοδρόμιο, συνωστίζονται φαντάροι και ποιητές, νταντάδες και υπηρέτες.

 

Διασκεδάζοντας μετά τη δεκαετία του 1880, “ο λαός συνείθισεν ήδη να πίνει ζύθον

 αντί του ρυτινίτη του”, συχνά σε ρυπαρά μαγεριά με αμφίβολης ποιότητας τροφή, 

κι άλλοτε σε αίθουσες με ανάμεικτους θαμώνες, όπου “το κοινόν συρρέει, κοινόν 

πάσης αποχρώσεως, κοινόν εκ πάντων των ορόφων του κοινωνικού εν Αθήναις οικοδομήματος, ανώτατοι του κράτους υπάλληλοι και ρυπαροί υπάλληλοι

 κρεοπωλείων, δέσποιναι αποπνέουσαι μύρα και φορούσαι τρίχαπτα, αφείσαι 

ημιτελές το γαλλικόν των μυθιστόρημα, και φεσοφόροι αποπνέουσαι μαγειρείον...”. 

Και το κρασί ωστόσο, σύμφωνα με μια διαφήμιση εποχής, ρέει άφθονο: 

“Για κάθε σπίτι πτωχικό, καθώς και για Παλάτι. Οίνοι λαμπρού αρώματος και γεύσεως καλής. Στου Μωραΐτη βρίσκονται στον δρόμον της Βουλής”

Σκιτσογράφοι όπως ο Άνιννος διακωμωδούν τους γνωστότερους “τύπους”

 της εποχής που συχνάζουν σ’ ετούτους τους δρόμους, ενώ λίγο αργότερα,

 οι πρώτες διαφημίσεις προϊόντων, τσιγάρων, κονιάκ και άλλων καταναλωτικών

 αγαθών, φιλοτεχνημένες από γνωστούς ζωγράφους και χαράκτες της  εποχής,

 όπως ο Ν. Γύζης και ο Δ. Γαλάνης, που μεταφέρει αυτούσιο στα έργα του 

το άρωμα του Παρισιού όπου ζούσε, αναρτώνται σε εμφανή σημεία. Από τη Γαλλία 

εξάλλου εισάγεται και το ποδήλατο, με λιγοστή κυκλοφορία ως το 1890, οπότε και παρατηρείται μια εντυπωσιακή αύξηση της χρήσης του, ενώ πραγματοποιούνται

 και οι πρώτοι ποδηλατικοί

αγώνες στην Κηφισιά.

 

Στα τέλη του 19ου αιώνα το Βασιλικό Θέατρο μεσουρανεί, δίνοντας παραστάσεις 

αρχαίας τραγωδίας και διεθνούς δράματος, ενώ εντυπωσιακές παραστάσεις δίνονται 

και στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Πιο προσιτό, το υπαίθριο καλοκαιρινό θεατράκι

 της Αλυσσίδας, φιλοξενεί το δικό του ρεπερτόριο. Παρόλο που το γαλλικής 

προέλευσης κωμειδύλλιο επισκιάζει σιγά-σιγά τα υπόλοιπα θεάματα, τα ηρωικά έργα εξακολουθούν να συγκινούν το κοινό. Στα φθηνότερα θέατρα, οικοδόμοι και 

τσαγκάρηδες, ράφτες και υπηρέτες, έρχονται με τα φαγητά τους και συχνά 

παρακολουθούν το έργο σκαρφαλωμένοι σε δένδρα. Την ίδια εποχή ωστόσο όπου το Ωδείο Αθηνών έχει ήδη ιδρυθεί (1871), γαλουχώντας μετά το 1891 μια ολόκληρη γενιά σπουδαίων μουσικών όπως οι Σπ. Σαμάρας, Δ. Λαυράγκας, Γ. Λαμπελέτ και

 Μ. Καλομοίρης και που οι διάσημοι ελληνικοί θίασοι της εποχής περιοδεύουν στην Κωνσταντινούπολη με το γαλλικό ρεπερτόριό τους, η Σμυρνιά τραγουδίστρια Ειρήνη εμφανίζεται στο “Άντρον των Νυμφών”, ερμηνεύοντας “ηδυμελή ασιανά άσματα”

 με πρωτοφανή επιτυχία που μιμούνται ο “Κήπος των Μουσών” και ο “Παράδεισος”

 το 1886, εμφανίζοντας στο κοινό συγκροτήματα Εβραίων και Αρμένηδων. 

Ο περίφημος Κουταλιανός ταξιδεύει στην Ν. Αμερική, προσφέροντας θέαμα, 

και οι πρώτες εναέριες πτήσεις είναι πια γεγονός.

 

Η Αθήνα αριθμεί πλέον 300.000 κατοίκους. Ο κινηματογράφος δεν εμφανίζεται

 πριν το 1907, το πρώτο τηλεφωνικό κέντρο της πόλης θα λειτουργήσει το 1908 με 800 συνδρομητές, ενώ τα πρώτα ταξί, εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1920.

 Ο επόμενος αιώνας, μαζί με την πρόοδο αλλά και με τη μελαγχολική επίγνωση

 του “τέλους εποχής”, είχε φτάσει εδώ και καιρό.

 

http://ermisaggelioforos.blogspot.gr/2011/01/1880-1900.html 

Απόγονοι_Μικρασιατών

πίσω στα παλιά

 

Ετσι θα είναι η νέα Ομόνοια Πώς μεταμορφώνεται το κέντρο της Αθήνας από Πατησίων ως Αμαλίας

 

Δημιουργία πεζοδρόμων ήπιας κυκλοφορίας, με κυρίαρχο μέσο το τραμ, ανασχεδιασμός πλατειών, όπως της πλατείας Ομονοίας που επαναφέρεται στις αρχικές της διαστάσεις και νέες κυκλοφοριακές ρυθμίσεις που θα «ξεκουράσουν» το κέντρο, είναι μερικά από τα σημεία της μελέτης για την ανάπλαση της οδού Πανεπιστημίου. Οι μελέτες παραδόθηκαν στην Πολιτεία από το Ιδρυμα Ωνάση και πήραν το ομόφωνο πράσινο φως τόσο από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, όσο και από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Μουσείο χθες το βράδυ.
Η αρχιτεκτονική μελέτη του έργου «Re-think Athens / Ξανασκέψου την Αθήνα», το οποίο χρηματοδοτεί το Ίδρυμα Ωνάση (μαζί με το σύνολο των μελετών που απαιτούνται για το έργο της ανάπλασης), παρουσιάστηκε χτες στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο από τον Παναγιώτη Τουρνικιώτη, καθηγητή του ΕΜΠ, επιστημονικό σύμβουλο στο «Re-think Athens» και μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου Νεοτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ), λαμβάνοντας από τα μέλη του ΚΑΣ, όπως συνέβη πρόσφατα και με το ΚΣΝΜ, ομόφωνα το πράσινο φως, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων με εκτενές ρεπορτάζ της Ελενης Μάρκου.


Η κυριότερη κυκλοφοριακή αλλαγή αφορά στην οδό Πανεπιστημίου, η οποία μετατρέπεται από πεδίο διέλευσης αυτοκινήτων σε πεζόδρομο ήπιας κυκλοφορίας, όπου το τραμ, οι πεζοί και οι ποδηλάτες έχουν τον κύριο λόγο και δεύτερο τα οχήματα (ταξί, τουριστικά λεωφορεία, αυτοκίνητα τροφοδοσίας), που θα εξυπηρετούν τοπικές ανάγκες. Τα τραμ δύο λωρίδων (κάθοδος-άνοδος), που θα καταλήγουν στην Πλατεία Αιγύπτου, θα είναι τελευταίας τεχνολογίας, χωρίς εναέρια σύνδεση, σταδιακά και χωρίς καλώδια στη γη, λόγω της ύπαρξης υπερσυσσωρευτών που ως μπαταρίες θα μπορούν να επαναφορτίζονται στις στάσεις, δίνοντας αυτονομία κίνησης στους συρμούς.

Αν και η περιοχή ανάπλασης πλαισιώνεται κυρίως από νεότερα μνημεία (Ακαδημία, Εθνική Βιβλιοθήκη, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο κ.α.), υπάρχουν 56 θέσεις αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Ωστόσο, οι θέσεις αυτές δεν επηρεάζονται άμεσα από το έργο, καθώς τα περισσότερα μνημεία είναι γνωστά (π.χ. τμήμα του αρχαίου τείχους των Αθηνών, υδραγωγεία, νεκροταφεία) και προστατευμένα στο υπέδαφος. Όπως εξάλλου διευκρίνισε ο κ. Τουρνικιώτης, το έργο δεν θα προχωρήσει σε μεγάλα βάθη, εκτός από την Πλατεία Δικαιοσύνης, όπου η κατασκευή δεξαμενής για τη συλλογή βρόχινου νερού από όλη την περιοχή, ακόμα και από τις ταράτσες, υπόσχεται αντιπλημμυρική προστασία και αρδευτική αυτονομία. Στόχος η συλλογή νερού, που θα δίνει τη δυνατότητα άρδευσης σε περιόδους ανομβρίας και καθαρισμού του δημόσιου χώρου, ενώ σε ερώτηση για το τι θα συμβεί σε περίπτωση εύρεσης σημαντικών αρχαίων, ο κ. Τουρνικιώτης απάντησε ότι το μόνο που θα χαθεί είναι το βρόχινο νερό, καθώς ο περιορισμός της δεξαμενής δεν θα θέσει σε αμφιβολία το ίδιο το έργο. Όσο για την πρόβλεψη σε περιπτώσεις βανδαλισμών, ο μελετητής διευκρίνισε ότι προδιαγραφή των υλικών και των συστημάτων είναι η μέγιστη αντοχή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να καταστραφούν. «Τα πάντα έχουν όρια και όλα μπορούν να θραυτούν», τόνισε.

«Παιχνιδιάρικη» διάσταση θα έχουν τα υδάτινα στοιχεία, που θα τοποθετηθούν σε τέσσερα σημεία, στην οδό Κοραή, στην Πλατεία Δικαιοσύνης, στην Ομόνοια και έξω από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Πρόκειται για οριζόντιες πλακοστρωμένες επιφάνειες, που θα γεμίζουν με νερά ανάλογα με την περίοδο (π.χ. το καλοκαίρι) ή σε μια γιορτή, δίνοντας τη δυνατότητα δροσισμού και παιχνιδιού σε μικρούς και μεγάλους. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι αναπλάσεις πλατειών όπως της Ομονοίας, η οποία ανακτά το τετράγωνο του αρχικού νεοκλασικού σχεδιασμού της, και της πλατείας Δικαιοσύνης (περικλείεται από τις οδούς Αρσάκη, Πανεπιστημίου και Σανταρόζα), που αποκτά σκιά και ελεύθερο πεδίο για μια ευχάριστη ανάπαυλα στο κέντρο της πόλης.

Η φύτευση δέντρων, όπως πλατάνια και νεραντζιές, ο φωτισμός που θα μπορεί να αλλάζει ανάλογα με τη «διάθεση» της πόλης, οι λιτές και διάφανες στάσεις του τραμ, που δεν προβλέπουν την τοποθέτηση διαφημίσεων, καθώς και οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις που αποκλείουν το κέντρο από τα ΙΧ, επιτρέποντας τη διέλευσή τους σε κάθετους δρόμους (π.χ. Μπενάκη και Αμερικής), είναι μερικά ακόμα στοιχεία που συνθέτουν τη μελέτη, η οποία πήρε -εκτός από το ομόφωνο "ναι"—και τα θετικά σχόλια των μελών του Συμβουλίου.

ΠΗΓΗ: Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων

iefimerida.gr 

 

πίσω στα παλιά

 

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή

Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή
19/10/2012
Η γερμανοϊταλική κατοχή ήταν εξαιρετικά καταπιεστική, αρπακτική και βίαιη, όχι μόνο λόγω του φασιστικού χαρακτήρα του καθεστώτος των χωρών αυτών, αλλά και επειδή ο πόλεμος συνεχιζόταν τόσο στη Β. Αφρική όσο και κυρίως στην αχανή Ρωσία. Χρειαζόταν συνεπώς ο Αξονας οικονομικούς πόρους σε χρήμα, πρώτες ύλες και μεταφορικά μέσα, προκειμένου να συνεχίσει τις κατακτητικές του διαθέσεις σε άλλα μέτωπα. Από την άλλη πλευρά, τόσο η προπολεμική οικονομική κατάσταση της Ελλάδας όσο και οι καταστροφές του εξάμηνου πολέμου δημιουργούσαν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για την επιβίωση των Ελλήνων.

Η δυσκολία ανεφοδιασμού των πόλεων σε τρόφιμα, ιδίως στην τραγική περίοδο του χειμώνα 1941-1942, δεν οφείλεται μόνο στην έλλειψη μεταφορικών μέσων και καυσίμων, ούτε στην κακή κατάσταση του συγκοινωνιακού δικτύου, ούτε μόνο στην ανεπάρκεια της εγχώριας αγροτικής παραγωγής, δεδομένου βεβαίως του αποκλεισμού από τους Συμμάχους. Ενα μεγάλο μέρος των δυσκολιών στον ανεφοδιασμό των πόλεων και κυρίως της Αθήνας με τρόφιμα οφείλεται στους μηχανισμούς που πολύ γρήγορα αναπτύχθηκαν στην κατοχική περίοδο.

Ο τρόπος των συναλλαγών
Αρκετά σημαντικό ρόλο στην ανεπάρκεια των τροφίμων φαίνεται ότι έπαιξε η γενικευμένη και δικαιολογημένη άρνηση των αγροτών να παραδώσουν υποχρεωτικά τα βασικά αγροτικά προϊόντα τους στους οργανισμούς συγκέντρωσης. Βεβαίως η συγκέντρωση των σιτηρών από την ΚΕΠΕΣ (Κεντρική Επιτροπή Προστασίας Εγχωρίου Σιτοπαραγωγής) γινόταν και προπολεμικά σε εθελοντική βάση και διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των τιμών και συνεπώς στη βελτίωση του αγροτικού εισοδήματος.

Μπροστά στην αποτυχία του συστήματος της υποχρεωτικής συγκέντρωσης σιτηρών από τις κατοχικές αρχές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα διατροφής των κατοίκων των πόλεων τον Ιούλιο του 1941, προτάθηκε η ανταλλαγή (πληρωμή των αγροτών) να γίνεται όχι μόνο σε χρήμα αλλά και σε είδη του ελληνικού μονοπωλίου (σαπούνι, λάδι, αλάτι και σπίρτα). Ούτε και αυτή η προσπάθεια πέτυχε, καθώς όσο περνούσε ο καιρός οργανωνόταν η «μαύρη αγορά», όπου σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής «μια οκά φασόλια» επισήμως τιμάται 35 δρχ. αντί 300 δρχ. στη «μαύρη αγορά» και το «ελαιόλαδον… 40-50 δρχ. αντί 400 την οκάν» («Πρωία», 10.9.1941). Βεβαίως οι συναλλαγές της μαύρης αγοράς σε χρήμα αφορούσαν μεγάλες ποσότητες και έτσι ήταν δυνατόν το χρήμα αυτό να μετατραπεί άμεσα σε χρυσό, ενώ στις καθημερινές μικρές ανταλλαγές το σιτάρι αποτελούσε το σταθερό μέτρο συναλλαγών και το χρήμα είχε συμβολική σημασία στον αγροτικό χώρο λόγω του ανεξέλεγκτου, όπως θα δούμε, πληθωρισμού.

Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα αστικά κέντρα, και ιδιαίτερα η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια του πολέμου αλλά και μετά την κατάρρευση του μετώπου και την εχθρική εισβολή τον Απρίλιο – Μάιο του 1941 αποτέλεσαν καταφύγια για μεγάλες μάζες αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος μέσα σε συνθήκες πανικού και εξαθλίωσης προσπαθούσε να αποφύγει τους βομβαρδισμούς και την άγρια εισβολή ιδίως των Βουλγάρων στη Μακεδονία.

Οι συνέπειες του υποσιτισμού
Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1941 άρχισαν να φαίνονται καθαρά οι συνέπειες του υποσιτισμού και τον Νοέμβριο άρχισαν οι πρώτοι θάνατοι από την πείνα. Υπάρχουν διαφορετικοί υπολογισμοί για τους θανάτους από την πείνα, όμως ο ακριβής αριθμός δεν έχει τόση σημασία. Σύμφωνα με πολύ μετριοπαθείς εκτιμήσεις, μόνο τον Μάρτιο του 1942, οπότε κορυφώθηκε η πείνα, πέθαναν 4.500 άτομα περισσότερα από τον αντίστοιχο μήνα του 1940 (σε ειρηνική περίοδο). Οι πλέον προχωρημένες εκτιμήσεις αναφέρουν περίπου χίλιους θανάτους την ημέρα στην περιοχή της Αθήνας και του Πειραιά την περίοδο εκείνη, πράγμα που σημαίνει ότι ο συνολικός αριθμός ξεπερνά τις 300.000.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Επιτροπής Σμπαρούνη σχετικά με τις επισιτιστικές ανάγκες της Ελλάδας, στην οποία συμμετείχαν εκτός από τον Α. Σμπαρούνη ως πρόεδρο και οι Ζολώτας, Αγγελόπουλος, Ευελπίδης κ.ά., η κρατική προσπάθεια μέσω του «Δελτίου Τροφίμων» την περίοδο Ιουλίου 1941 – Μαρτίου 1942 δεν εξασφάλισε στον πληθυσμό της Αθήνας ούτε το 30% του ελάχιστου ορίου θερμίδων για την επιβίωση ενός ανθρώπου.

Οι υπόλοιπες ανάγκες έπρεπε να καλυφθούν από άλλες πηγές, οι οποίες δεν μπορούσαν να είναι παρά η μαύρη αγορά, η άμεση προμήθεια από συγγενείς στο χωριό και σε ορισμένες περιπτώσεις η κλοπή των τροφίμων είτε από τους εμπόρους-«μαυραγορίτες» είτε από τις δυνάμεις κατοχής από τους περίφημους «σαλταδόρους» κτλ.

Σε μια πρώτη φάση η μαύρη αγορά αφορούσε έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων, οι οποίοι με διάφορους τρόπους μπορούσαν να προμηθευτούν τρόφιμα από διάφορες πηγές και με διάφορα μέσα. Τους πρώτους μήνες της πείνας ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων των αστικών κέντρων και κυρίως της Αθήνας μετακινούνταν προς τις αγροτικές περιοχές για αναζήτηση τροφίμων, συχνά με ζώα και ακόμη και με τα πόδια. Σε όλες αυτές τις διαδρομές των «καραβανιών» όπως ήταν επόμενο αναπτύχθηκαν ληστοσυμμορίες που επωφελούνταν από την ουσιαστική απουσία αστυνόμευσης στην περίοδο της Κατοχής, παρά τις σπασμωδικές προσπάθειες καταστολής από το κατοχικό καθεστώς.

Η υποτίμηση του χρήματος
Αργότερα οι συμμορίες αυτές σχεδόν εξαφανίστηκαν χάρη στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Εθνικής Αντίστασης. Σταδιακά, τα δίκτυα της μαύρης αγοράς πέρασαν σε λιγότερα χέρια και οργανώθηκαν περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα αναπτύχθηκαν στις πόλεις προμηθευτικοί συνεταιρισμοί. Ηδη στις αρχές του 1942 το φαινόμενο των συνεταιρισμών είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις. Σχεδόν όλα τα αστικά επαγγέλματα είχαν καταφέρει να οργανώσουν καταναλωτικούς συνεταιρισμούς.

Τα κυριότερα αίτια της αύξησης του πληθωρισμού θα πρέπει να αναζητηθούν όχι μόνο στην έλλειψη των αγαθών σε σχέση με τη ζήτηση (πράγμα που εξέθρεψε τη μαύρη αγορά), αλλά και στη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική των αρχών της Κατοχής. Είναι γνωστό ότι οι κατοχικές αρχές «δέχτηκαν» να καταβάλουν τεράστια ποσά σε δραχμές στις δυνάμεις του Αξονα ως «δαπάνες Κατοχής». Η πληρωμή των δαπανών Κατοχής αυξήθηκε με πολύ υψηλούς ρυθμούς από 25 εκατ. δρχ. τον Νοέμβριο του 1941 σε 850 εκατ. δρχ. τον Αύγουστο του 1943. Ταυτόχρονα το σύστημα είσπραξης δημοσίων εσόδων από φόρους και δασμούς είχε προφανώς καταρρεύσει.

Οι δαπάνες της κατοχικής κυβέρνησης ωστόσο ήταν σημαντικές, προκειμένου να πληρώσει τις δαπάνες Κατοχής στον κατακτητή και να καλύψει τις εσωτερικές ανάγκες (μισθοί κτλ.). Προφανώς το τεράστιο έλλειμμα που προέκυπτε χρηματοδοτείτο με έκδοση νέου χρήματος. Ετσι η αύξηση της κυκλοφορίας του χρήματος έφθασε σε δυσθεώρητα ύψη, από 9 δισ. δρχ. τον Δεκέμβριο του 1939 σε 450.000 δισ. τον Ιούνιο του 1944 (Εκθεση Σμπαρούνη), με αποτέλεσμα την ταχύτατη υποτίμηση του χρήματος, δηλαδή την τεράστια μείωση της αγοραστικής του δύναμης. Οσοι μπορούσαν να μετατρέπουν τις δραχμές σε χρυσό έβγαιναν κερδισμένοι τελικά περισσότερο από αυτούς που συσσώρευαν εμπορεύματα, κυρίως τρόφιμα, με στόχο να επωφεληθούν από τη συνεχή άνοδο της τιμής τους. Πράγματι για μια σειρά συγκυριακούς λόγους, που συνδέθηκαν με τις συμμαχικές στρατιωτικές επιτυχίες στις αρχές Νοεμβρίου του 1942, οι τιμές των τροφίμων έπεσαν κατά 50%. Την πτώχευση αυτή προφανώς πλήρωσαν περισσότερο οι μικροί και σχετικά απληροφόρητοι κερδοσκόποι, οι ποσότητες των τροφίμων στην αγορά διπλασιάστηκαν, διότι οι «μαυραγορίτες» άνοιξαν τις αποθήκες τους φοβούμενοι ότι οι επιτυχίες των συμμάχων θα οδηγούσαν σε άρση του ναυτικού αποκλεισμού της χώρας. Μερικοί θυμούνται ακόμη το επιφώνημα των εμπόρων «αγάντα Ρόμελ!» την περίοδο εκείνη.

Η μεταφορά του πλούτου
Από όλη αυτή την πληθωριστική διαδικασία ολόκληρη την περίοδο της Κατοχής προέκυψε μια μεταφορά πλούτου από το σύνολο σχεδόν του αστικού πληθυσμού προς τους «επιτήδειους εμπόρους»-«μαυραγορίτες», οι οποίοι συσσώρευσαν τεράστιες περιουσίες και σταδιακά ανέτρεψαν την οικονομική και κοινωνική ιεραρχία στη διάρκεια της Κατοχής και κυρίως μετά την απελευθέρωση.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην περίοδο της Κατοχής άλλαξαν χέρια τεράστιες περιουσίες, από κινητά αντικείμενα αξίας (κοσμήματα, χρυσαφικά, αντικείμενα τέχνης κ.ά.) ως και ακίνητα (κατοικίες, διαμερίσματα, οικόπεδα). Υπάρχουν σχετικές πληροφορίες ότι πουλήθηκαν ακίνητα την περίοδο εκείνη στο 15%-25% της πραγματικής τους αξίας.

Η «κρίση» της μαύρης αγοράς του Νοεμβρίου του 1942 ξεπεράστηκε από τους κερδοσκόπους σχετικά γρήγορα. Ωστόσο η κατάσταση στην αγορά τροφίμων κάπως βελτιώθηκε λόγω της αυξημένης εξωτερικής βοήθειας που ήδη είχε αρχίσει να επιτρέπεται, κυρίως στα πλαίσια των προσπαθειών του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Ετσι σταδιακά από τον Απρίλιο του 1942 σουηδικά πλοία μετέφεραν καναδικό σιτάρι.

Τα επισιτιστικά προβλήματα των αστικών κέντρων οδήγησαν αναγκαστικά τις αρχές Κατοχής να εντείνουν τις προσπάθειες συγκέντρωσης αγροτικών προϊόντων χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους. Σύμφωνα με το νομοθετικό διάταγμα του Απριλίου του 1942, αναβίωσε η φορολόγηση των αγροτών με το παλαιό σύστημα της δεκάτης, δηλαδή της υποχρεωτικής παράδοσης στις φορολογικές αρχές ενός δεκάτου της αγροτικής παραγωγής. Ταυτόχρονα εισήχθη το λεγόμενο «παρακράτημα» για τους μεγάλους παραγωγούς, δηλαδή η υποχρεωτική παρακράτηση ενός τμήματος της παραγωγής πέραν της δεκάτης αντί ενός αντιτίμου αυθαίρετα καθοριζομένου από το κατοχικό κράτος. Οι σχετικοί πίνακες ανηρτώντο στα κοινοτικά γραφεία με στόχο την «αλληλοκαταγγελία» των αγροτών για ψευδείς δηλώσεις. Βεβαίως αντί αλληλοκαταγγελίας έγινε «αλληλοσυγκάλυψη» και το βάρος ελέγχου έπεσε στην αρμόδια επιτροπή.

Οπως ήταν αναμενόμενο, στις περισσότερες περιπτώσεις όλα ή μερικά από τα πρόσωπα των διαφόρων επιτροπών δεν εκτελούσαν τις διαταγές των κατοχικών αρχών, κερδίζοντας έτσι και την εμπιστοσύνη των αγροτών. Πολλά από τα μέλη των επιτροπών αυτών αναδείχθηκαν έτσι τοπικοί ηγέτες της Εθνικής Αντίστασης.

Ολη αυτή η προσπάθεια των αρχών Κατοχής τελικά ελάχιστα απέδωσε σε σχέση με τα αναμενόμενα και δεν μπόρεσε να λύσει το πρόβλημα του επισιτισμού των αστικών κέντρων. Αντίθετα δημιούργησε και στον αγροτικό χώρο συνθήκες έντονης δυσαρέσκειας, η οποία δεν άργησε να μετατραπεί σε αντίδραση κατά των κατοχικών δυνάμεων και να ενισχύσει την προσπάθεια της Εθνικής Αντίστασης, που ήδη είχε αρχίσει να οργανώνεται στον αγροτικό χώρο.


ΠΗΓΗ: Πώς κυριάρχησαν οι μαυραγορίτες στην Κατοχή http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2011/10/blog-post_357.html#ixzz1pb7gnT6s

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

Εικόνες απ' τα παλιά ΔΕΙΤΕ ΤΟ

Τα ζαχαροπλαστεία της Αθήνας που συνεχίζουν να γράφουν ιστορία

 πηγη http://cosmo.gr/articles/superstory/ta-zaxaroplasteia-ths-athhnas-poy-synexizoyn-na-grafoyn-istoria.2508820.html

Τα ζαχαροπλαστεία της Αθήνας που συνεχίζουν να γράφουν ιστορία

Με προϋπηρεσία δεκαετιών στην τέχνη των γλυκών, τα ζαχαροπλαστεία αυτά ξέρουν ακριβώς πώς να δελεάσουν -μέχρι και σήμερα- τον ουρανίσκο μας. Μετά από δοκιμές, συγκρίσεις και υποκλίσεις στο μεγαλείο τους, το Cosmo.gr γράφει (για) την ιστορία που κρύβουν οι βιρτουόζοι της σπάτουλας, του πειρασμού και της απόλαυσης μέσα στα γλυκά δημιουργήματά τους.

Από την Ιωάννα Παχούλη
επόμενο ▼

Η γλύκα του Κωνσταντινίδη

83 χρόνια μετά την απόφαση του Μικρασιάτη τότε δάσκαλου Γρηγόρη Κωνσταντινίδη, να ασχοληθεί με τη ζαχαροπλαστική (το 1920), οι πάσης φύσεως λάτρεις των γλυκών, τον ευχαριστούμε δημοσίως. Το πρώτο ζαχαροπλαστείο άνοιξε το 1925, σε μια παράγκα στη Λάρισα από τον γιο του Λάζαρο, όπως με ενημερώνει ο εγγονός του και συνονόματος Κωνσταντινίδης, όμως το μεράκι και η αγάπη για την αγνή ζαχαροπλαστική σύντομα θα εξαπλώνονταν. Σήμερα, ένα πιάνο σε κάθε ένα από τα 20 (προσεχώς 21) καταστήματα υποδέχεται τους πελάτες του με ζωντανή μουσική, προσφέροντας,  εκτός των υπολοίπων λαχταριστών πειρασμών, το πιο πολυσυζητημένο -και όχι άδικα- μιλφέιγ της Αθήνας.
επόμενο ▼

Για ένα Κοσμικόν γαλακτομπούρεκο

Δύσκολο να περάσω από κάποιο κατάστημα Κοσμικόν και να μην γυρίσω σπίτι χωρίς το αγαπημένο γαλάζιο χάρτινο κουτάκι. Κι ένα κομμάτι γαλακτομπούρεκου να έχει μέσα, είναι αρκετό για να γλυκάνει τον ουρανίσκο μου. Ο κύριος Πέτρος Μπουσουλόπουλος από το κατάστημα δίπλα στον σταθμό του Αγ. Νικολάου θυμάται περιστατικά. "Υπάρχουν αλαφιασμένοι πελάτες που κατεβαίνουν από τη στάση του τρένου ακόμα κι αν δε μένουν εδώ, μόνο και μόνο για ένα ταψί γαλακτομπούρεκου. Αμέσως μετά τρέχουν στις αποβάθρες για να προλάβουν το επόμενο". Το Κοσμικόν μετράει 54 χρόνια ζωής & μερικούς χιλιάδες γλυκατζήδες φανατικούς (κυρίως) των σιροπιαστών του.
επόμενο ▼

Τούλα: Υπόθεση οικογενειακή

Η γλυκιά ιστορία της Τούλας άρχισε να γράφεται πίσω στο 1945 στην Κωνσταντινούπολη. Ο διωγμός έφερε εκείνη και την οικογένειά της στην Ελλάδα, ενώ το 1964 ήταν η χρονιά που σηματοδότησε μια νέα αρχή, στο Παγκράτι. Οι πατροπαράδοτες συνταγές, πολλές και μοναδικές σε γεύση, τις οποίες ο κύριος Στάθης Γαραζανάκης απλώνει μπροστά μου για να διαλέξω. Από μυρωδάτο πολίτικο τσουρέκι και πολίτικη βασιλόπιτα με μαχλέπι, μαστίχα και βούτυρο γάλακτος μέχρι κουραμπιέδες και μελομακάρονα γεμιστά με ολόκληρο καρύδι και κανονικό μέλι (κανένα μελοσίροπο). Εδώ θα δοκιμάσεις και το θρυλικό παγωτό "μουστάρδα", του οποίου το χρώμα οφείλεται αποκλειστικά στην καραμέλα. 
επόμενο ▼

Ντεζιρέ, η Απόλαυση

Αν μπορούσα να δώσω τον χαρακτηρισμό του παλιού καλού ζαχαροπλαστείου, μεταξύ των όσων επισκέφτηκα, αυτό σίγουρα είναι το Ντεζιρέ. Το ζαχαροπλαστείο με το παλιό γαλλικό στυλ και τα ξύλινα τραπεζάκια, για να απολαύσεις το γλυκό σου φρεσκότατο, με το που βγει από το εργαστήριο (μιλώντας κυριολεκτικά, μιας και το εργαστήριο λειτουργεί στον ίδιο χώρο), δεν έχει αλλάξει και πολύ από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του, το 1962. Από την σέντε λορέ, την τούρτα μιλφέιγ με σου καραμελέ και το προφιτερόλ μέχρι τις χειροποίητες σοκολάτες αμυγδάλου με τη διάφανη συσκευασία , το Ντεζιρέ μας ταξιδεύει στην παλιά (ωραία) Αθήνα.
επόμενο ▼

Η Χαρά της Πατησίων

Από το 1969, η Πατησίων φιλοξενεί το πιο φημισμένο ζαχαροπλαστείο της γειτονιάς. Στο "τιμόνι" του ζαχαροπλαστείου με τις πολίτικες γεύσεις τα τελευταία χρόνια βρίσκεται η Νικολέτα, μαζί με τον πατέρα της, ο οποίος με τη σειρά του, στο παρελθόν, είχε είχε αναλάβει τα "ηνία" από τα χεράκια του παππού της. Όμως οι συνταγές έρχονται από πολύ πιο παλιά, όταν το 1922, η γιαγιά της, Αριστέα, ήρθε από την Σμύρνη στην Αθήνα, μετά το διωγμό του 1922 και μετέφερε τις συνταγές για  εκμέκ και καϊμάκι παγωτό στο... παπούτσι της. Τα τρία πιο διάσημα γλυκά της, είναι το Chicago, με τη σαντιγί, το τριμμένο αμύγδαλο και το στρογγυλό μπισκοτάκι, το εκμέκ παγωτό, που δύσκολα θα καταφέρεις να τελειώσεις χωρίς βοήθεια από την παρέα σου και η ice – cream soda, η σόδα δηλαδή που ρίχνεις σε ένα ποτήρι με παγωτό. 
επόμενο ▼

Ελληνικόν και αυθεντικόν

Όταν ο Στέλιος Χαραλαμπάκης άνοιγε το 1946 στην πλατεία Κολωνακίου το πρώτο ζαχαροπλαστείο Ελληνικόν δεν φανταζόταν, ότι, μερικές δεκαετίες μετά, οι επόμενες γενιές θα συνέχιζαν το έργο του, προσφέροντας τα ίδια αγαπημένα γλυκά με τότε, χωρίς να αλλάζουν τις συνταγές: Δύσκολα θα πετύχεις πια αυθεντική νουγκατίνα σε κάποιο ζαχαροπλαστείο της Αθήνας, όπως στο Ελληνικόν. Μπεζέδες, μαρέγκα ή παλιού τύπου σοκολατίνα με συνταγή πολλών ετών είναι μόλις μερικά από τα γλυκά που το ζαχαροπλαστείο έχει να υπερηφανεύεται για την ποιότητα και τη γεύση τους.
επόμενο ▼

Γαλυφιανάκης με το όνομα

Δύσκολο να φέρεις στο μυαλό σου ένα ταψί γαλακτομπούρεκο χωρίς να κάνεις τον συνειρμό με τα ζαχαροπλαστεία Γαλυφιανάκη, που ξεκίνησαν το γλυκό τους έργο το 1973. Οι αιώνιοι πιστοί του το χαρακτήρισαν Το Πρώτο Της Ελλάδας, και όχι άδικα.  Πολλά τραγανά φύλλα κρούστας, αλειμμένα με βούτυρο γάλακτος κι ανάμεσά τους  πλούσια κρέμα. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο Γαλυφιανάκης δημιουργεί μια λαχταριστή παραλλαγή του το γαλακτομπούρεκο παγωτό. Πρόκειται για μια κατασκευαστικά ιδιαίτερη περίπτωση που απαιτεί γνώση του σιροπιαστού για να ετοιμαστεί και η οικογένεια Γαλυφιανάκη φαίνεται πως την κατέχει άριστα. Μια δοκιμή αρκεί για να πειστείς.
επόμενο ▼

Η Riviera των Νοτίων

Έχοντας στο πλάι του τον μάστορα του γλυκού, από τα 13 του, Στέλιο Καραπιπέρη, ο υιός Γιάννης που συνεχίζει το έργο με ενημερώνει πως ήταν το 1969 όταν ξεκίνησε η ιστορία μιας πολίτικης παράδοσης, με το πρώτο ζαχαροπλαστείο Riviera στα Πατήσια. Η μετακόμιση στο Παλαιό Φάληρο γίνεται 8 χρόνια μετά, όμως ως τότε το όνομα Riviera έχει ήδη συνδυαστεί με την ποιότητα των γλυκών του και κυρίως με το καταπληκτικό προφιτερόλ του. Σχεδόν 35 χρόνια μετά, το κατάστημα των Νοτίων Προαστίων συνεχίζει να το προσφέρει ζεστό και φρέσκο, ενώ για όσους το ένα γλυκό δεν αρκεί, υπάρχουν και τα εξίσου δημοφιλή και λαχταριστά μιλφέιγ, εκλεράκια και οι τούρτες.
επόμενο ▼

Το Lido παίζει με τις αισθήσεις μας

Είχε φτάσει η ώρα να δοκιμάσω αυτό το θρυλικό τσουρέκι από το Lido στο Παγκράτι. Και η αλήθεια είναι πως πριν προλάβω να φτάσω στο νούμερο 38 στην οδό Χρεμωνίδου, η μυρωδιά του μου είχε σπάει ήδη τη μύτη. Ο κύριος Γιώργος Πιπερίδης, ήρθε από την Πόλη όταν ήταν 10 ετών, ενώ από τα 12 του ξεκίνησε να βοηθά τον πατέρα του και ζαχαροπλάστη Πέτρο. Όπως μου εξηγεί, η απόλυτη ισορροπία μαστίχας και μαχλεπιού και η αναλλοίωτη συνταγή είναι αυτά που το κάνουν να ξεχωρίζει. Εξίσου φημισμένα είναι και τα κίφελ (πολίτικα γεμιστά κρουασανάκια), τα μπακλαβαδάκια και τα χαλκαδάκια (κουλουράκια λαδιού).

επόμενο ▼

Το Καζάν Ντιπί του Divan

Ακολουθώντας βήμα προς βήμα τα χνάρια της ανατολίτικης παραγωγής, τα γλυκά στα ζαχαροπλαστεία Divan, είναι οικογενειακή υπόθεση και χρονολογούνται από το '73, όταν ξεκίνησαν να γλυκαίνουν την Πλατεία Κολιάτσου, πριν μετακομίσουν στο Παλαιό Φάληρο. Η κυρία Πωλίνα, σύζυγος του ιδιοκτήτη του καταστήματος Κωνσταντίνου Λεμοντζόγλου, με ενημερώνει πως οι ξεχωριστές πολίτικες συνταγές είναι αναλλοίωτες από παλιά, ενώ εκτός από το τοπ γλυκό του Divan, το καζάν ντιπί, τη φήμη μοιράζονται τα ταούκ γκιοκσού, το πολίτικο εκμέκ αλλά και τα  σιροπιαστά, όπως ο μπακλαβάς με το χειροποίητο φύλλο του.
επόμενο ▼

Η Δέσποινα και το μιλφέιγ της

Αν έχεις δοκιμάσει το μιλφέιγ της Δέσποινας με την πλούσια λαχταριστή κρέμα και τα τραγανά φύλλα, -συνταγή της γιαγιάς της από την Πόλη- ξέρεις ήδη ότι μιλάμε για ένα από τα καλύτερα γλυκά της Αθήνας. "Είμαστε μια οικογένεια μέσα στη ζάχαρη και το αλεύρι", μου λέει η ίδια, η οποία ξεκίνησε με τον σύζυγό της το ταξίδι στον κόσμο των γλυκών πριν από 45 χρόνια στην Αφρική, πριν έρθει μόνιμα στην Αθήνα. Μιλφέιγ σοκολάτας, gianduia, φράουλας, κερασιού και άλλων γεύσεων, να'χουμε να διαλέγουμε και φυσικά, λαχταριστές τάρτες, τούρτες και σιροπιαστά. Σκέτη απόλαυση.
επόμενο ▼

Το διάσημο Αριστοκρατικόν

Από το 1928 μέχρι σήμερα, το Αριστοκρατικόν γλυκαίνει με τις δημιουργίες του ακόμη και τους πιο απαιτητικούς πελάτες. Η Μαρία Κάλλας, είχε αδυναμία στις σοκολατένιες γροθιές από φυστίκια, η Τζάκι Κέννεντι έπαιρνε πάντα τα λουκούμια με άρωμα τριανταφύλλου και βανίλιας ενώ η Γκρέις Κέλλυ υποκλινόταν στη γοητεία της γεύσης των φυστικιών καραμελέ. Η τέταρτη γενιά συνεχίζει το έργο των παλιών, με τον Θωμά Μπιτσόπουλο να δυσκολεύεται να κάνει διαχωρισμό μεταξύ των 200 και πάνω γεύσεων σοκολάτας, όμως μεταξύ των πιο ανάρπαστων είναι οι τρούφες κακάο, τα δαμάσκηνα με τη σοκολάτα, οι καρδιές με το μπισκότο και τα bitter orange. 
επόμενο ▼

Γλυκό (τσίμπημα) της Μέλισσας

Ο Xρήστος Mπιστακτσής, που κληρονόμησε από τον πατέρα του και τον πρόσφυγα Aϊβαλιώτη παππού του το γαλακτοζαχαροπλαστείο του 1925 στον τότε χωματόδρομο του Περιστερίου, έχει πλέον μεταλλαχθεί σε μια γαλλική patisserie. Τα υλικά όπως το γάλα, τα αυγά και το αλεύρι είναι και θα είναι πάντα βιολογικά και αυτό είναι ίσως το μυστικό που κρύβεται πίσω από τις λαχταριστές δημιουργίες του καλύτερου ζαχαροπλαστείου των δυτικών προαστίων. Από την Mont Blanc, την τάρτα με την ελαφριά κρέμα, το κομμάτια μαρέγκας και την κρέμα από κάστανα, μέχρι τα λαχταριστά macarons και την τούρτα σαμπάνια, θα δυσκολευτείς να επιλέξεις ποιο θα πάρεις πακέτο. Ένα από όλα, γίνεται;
επόμενο ▼

Η σοκολάτα του Palet

Οι κάτοικοι των Νοτίων Προαστίων έχουν τιμήσει σίγουρα έστω και μια φορά το προφιτερόλ "βουνό" του Palet, το ζαχαροπλαστείο που άνοιξε το 1977 ο Βασίλης Κορδελίδης, κάνοντας έκπληξη στη γυναίκα του, Ευφημία. Η μαγεία αυτού του γλυκού δεν στηρίζεται μόνο στο ότι αποτελείται κατά 60% από σοκολάτα (χωρίς όμως να σε λιγώνει), αλλά και στο ότι η σοκολάτα αυτή δημιουργείται ευλαβικά στη μονάδα παραγωγής του Palet, αποκλειστικά και μόνο. Δεν είναι τυχαίο ότι, πριν από τον ερχομό στην Αθήνα, το ζεύγος Κορδελίδη λειτουργούσε από τα τέλη της δεκαετίας του '60 μια μικρή σοκολατοποιία στην Πόλη. Μιλφέιγ και τσουρέκι, ακολουθούν στη φήμη και φυσικά στη γεύση.
επόμενο ▼

Ο παραδοσιακός Βάρσος

Ποιος δεν έχει συνδυάσει το ζαχαροπλαστείο της Κηφισιάς με Κυριακάτικες οικογενειακές βόλτες, κομμάτια ολόφρεσκου γαλακτομπούρεκου, κρέμες, πάστες και ελληνικό καφέ; Μιλώντας για το παρελθόν του ιστορικού ζαχαροπλαστείου, ο Αντώνης Βάρσος μου εξηγεί πως ίσως το μυστικό που της επιτυχίας του είναι ότι οι συνταγές παραμένουν ίδιες εδώ και πολλές δεκαετίες και πως παρά τον ανταγωνισμό των συντηρητικών (που θα έδιναν μεγαλύτερη διάρκεια συντήρησης στα προϊόντα), εκείνοι επιμένουν πεισματικά στα αγνά και φρέσκα υλικά. Όπως μου λέει μάλιστα, ένας φίλος του από Αγγλία, πρώτα έρχεται μια βόλτα από τον Βάρσο και μετά πάει στους δικούς του, κρατώντας μια κούτα γεμάτη τρουφάκια. Τι, με άδεια χέρια;
επόμενο ▼

Fresh-κιες λιχουδιές

Με το γλυκό καλωσορίσματος να έχει γίνει το σήμα κατατεθέν τους, τα ζαχαροπλαστεία Fresh έχουν κάθε λόγο να παινεύονται για την ευγένειά τους. Όχι ότι η ποιότητα των γλυκών τους πάει πίσω. Τα Fresh πρωτοεμφανίστηκαν πριν από 31 χρόνια, όταν ο Στέλιος Παρλιάρος έφερε το πρώτο κατάστημα- εκπρόσωπο της γαλλικής ζαχαροπλαστικής στο κέντρο της Αθήνας και συγκεκριμένα στην οδό Αναγνωστοπούλου. Με συνεργάτες τον Ηλία Μαμαλάκη αλλά και τον βραβευμένο Γάλλο chef patissier Alain Chartier, τα ζαχαροπλαστεία σταδιακά παίρνουν την τελική τους μορφή. Μεταξύ των best sellers γλυκών είναι η κρεμ πατισερί με φράουλες, η σοκολάτα μπίτερ και το χειροποίητο παγωτό.
επόμενο ▼

Η Αποστόλου Μελαχρινή

Με πάθος για την τέχνη της παραγωγής παραδοσιακών γαλακτοκομικών προϊόντων, ο Θεόδωρος Κοντοθανάσης ξεκινά την καριέρα του στον χώρο της ζαχαροπλαστικής πριν από 80 περίπου χρόνια. Το 1973, η επιχείρηση περνά στα χέρια του γαμπρού του, Παναγιώτη Αποστόλου, ο οποίος τη βοηθάει να κερδίσει φήμη και πελατεία απ'όλη την Αθήνα. Σ'αυτό βοηθά το νέο του γλυκό, η "Μελαχρινή",η οποία παίρνει τον θρόνο (των πωλήσεων) απ'το γαλακτομπούρεκο και γίνεται το αγαπημένο της πρωτεύουσας. Μέχρι σήμερα πάντως,τα "συστατικά" της γιαγιάς Μαρίκας Κοντοθανάση, μένουν ίδια και απαράλλακτα, γι'αυτό, όταν τρως μελαχρινή, φρόντισε να είναι αυθεντική. Διαλεχτά καρύδια, κρέμα γάλακτος, μεράκι και σεβασμός στην παράδοση.
επόμενο ▼

Αφοί Ασημακόπουλοι

Το εξαρχειώτικο hot spot των γλυκατζήδων, δεν έχει αλλάξει μέρος από την ημέρα των εγκαινίων του, το 1915. Εκεί, στη Χαριλάου Τρικούπη, το νυν ζαχαροπλαστείο λειτουργούσε ως γαλακτοπωλείο μέχρι το 1950, όμως μέχρι σήμερα, όπου πια από έχει περάσει στους Θανάση και Δημήτρη Ασημακόπουλο, (από τον ιδρυτή του, θείο του πατέρα τους, Γιώργο Δεμεσά) -εξακολουθεί να δίνει έμφαση στο φρέσκο γάλα -που προμηθεύεται καθημερινά από κτηνοτρόφους της Αττικής-και στο φρέσκο βούτυρο, που παράγεται στο εργαστήριό του. Το μάτι μου χάνεται: Σοκολατάκια που λιώνουν στο στόμα, φρέσκα κουλουράκια, μπισκότα, βουτήματα, κρέμα βανίλιας, μους σοκολάτας, φρουτένιες τάρτες, τούρτες, πάστες, τρούφες, τρίγωνα, εκλέρ, τσουρέκια, κέικ... Δύσκολη, πολύ δύσκολη επιλογή.
επόμενο ▼

Για ένα τσουρέκι του Τερκενλή

Πίσω στο 1948, στη συμβολή των οδών Τσιμισκή και Αριστοτέλους στη συμπρωτεύουσα, ο κύριος Σταύρος Τερκενλής ανοίγει ένα ζαχαροπλαστείο που έμελλε να μας γλυκάνει. Για αυτά τα λαχταριστά γεμιστά τσουρέκια με το κάστανο, το λεμόνι, το πορτοκάλι, τη σοκολάτα, την πραλίνα φουντουκιού ή τη χιώτικη κρέμα, αλλά και το χειροποίητο παγωτό (που ακολουθεί τη συνταγή του 1948!), πολλοί λάτρεις των γλυκών έφταναν  μέχρι τη συμπρωτεύουσα από κάθε άκρη της Ελλάδος. Ευτυχώς ο κύριος Παύλος Τερκενλής- που έχει στα χέρια του την επιχείρηση από το 1988- λυπήθηκε την τσέπη μας, ανοίγοντας δύο καταστήματα στην Αθήνα.
επόμενο ▼

Οι πραλίνες του Λεωνίδα

Μιας και εδώ μιλάμε για τα ζαχαροπλαστεία 30 χρόνων και άνω (γι'αυτό λείπουν από τη λίστα ιστορικά λουκουματζίδικα), δεν ήταν ξεκάθαρο αν ο "Λεωνίδας" ανήκει στη λίστα των "ζαχαροπλαστείων" παρόλα αυτά, η ιστορία του με έπεισε να τον συμπεριλάβω. Όλα ξεκινούν το 1913 στο Βέλγιο, όταν ο ζαχαροπλάστης Λεωνίδας Κεστεκίδης βραβεύεται για 1η φορά για τα σοκολατάκια του. Μέσα στις επόμενες δεκαετίες,  τα σοκολατίνια Leonidas με σήμα κατατεθέν της εταιρίας το βασιλιά της Σπάρτης, θα γίνουν παγκοσμίως διάσημα την ποιότητά τους και φυσικά, θα φτάσουν και στη χώρα μας. Με 80 είδη σοκολάτας για να διαλέξεις, μάλλον θα κάτσεις ώρα στο κατάστημα μέχρι την τελική επιλογή.
επόμενο ▼

Η τούρτα της Αμαρυλλίς

Οι Πειραιώτες δεν ανησυχούν ποτέ για το κατάλληλο ζαχαροπλαστείο που θα προμηθευτούν την τούρτα των γενεθλίων τους. Η "Αμαρυλλίς" είναι εκεί, εδώ και περίπου 40 χρόνια, για να δημιουργεί τούρτες που δε χορταίνουμε να τρώμε αλλά και να χαζεύουμε, μιας και τα ιδιαίτερα σχήματά τους μας προκαλούν να αφήσουμε την ευθύνη της "πρώτης μπουκιάς" για άλλους. Τούρτες με σοκολάτα πορτοκάλι, σοκολάτα λιμοντσέλο (με μους πραγματικής σοκολάτας από κουβερτούρα), αλλά και η αγαπημένη cookies με κρέμα σοκολάτας, αμύγδαλα και κομμάτια σοκολάτας, είναι μεταξύ των best seller. Mη φύγεις χωρίς το ντόμινο by Αμαρυλλίς, ένα κέικ με επικάλυψη σε άσπρο και μαύρο και γέμιση από μους σοκολάτας.
επόμενο ▼

Au Delicieux, ω γεύση!

Λίγο πριν ξεπεράσουν το φράγμα του ενός αιώνα, τα ζαχαροπλαστεία Au Delicieux ακολουθούν πιστά από το 1921 τις αυθεντικές γαλλικές συνταγές των ιδρυτών τους, των σεφ Carvalo και Cretan. Εδώ, τα περισσότερα γλυκά που θα βρεις είναι ο ορισμός του gourmet: Χειροποίητα φρέσκα macarons σε πολλές γεύσεις, σοκολατάκια πολυτελείας, τάρτες, αλλά και σπάνιες ποικιλίες τσαγιού, καφέ και μαρμελάδας για τους πιο απαιτητικούς. Στα ζαχαροπλαστεία Au Delicieux, με την υπογραφή Platis, θα βρει κανείς μια πλούσια κάβα ποτών και σπάνιες ετικέτες κρασιών, κατάλληλες για ιδiαίτερες περιστάσεις.

επόμενο ▼

Ο Aνδριάς και το προφιτερόλ του

Σίγουρα το προφιτερόλ του Ανδριά δεν θα ήταν το ίδιο (ξακουστό) αν δεν είχε σταθερή συνταγή αλλά και τους ίδιους ανθρώπους που τις εκτελούν. Όπως μαθαίνω από τον Δημήτρη Ανδριά, η ιστορία του ζαχαροπλαστείου ξεκίνησε την πρώτη ημέρα του καλοκαιριού του 1972,  πάνω από την Πλατεία Κυψέλης, όταν ο πατέρας του, ο μάστορας και διδάξας, Γρηγόρης, άνοιξε το πρώτο μαγαζί που γλύκανε τους Κυψελιώτες (και όχι μόνο) για 10 χρόνια. "Εγώ είμαι γεννημένος πάνω στη δουλειά, φύτρωσα πάνω σε μια τούρτα", μου λέει γελώντας. Φυσικά, υπάρχουν κι άλλες σταρ στο μαγαζί, όπως η Μους σοκολάτα με αγριοκέρασο, η lemon pie και οι τούρτες με cookies.
επόμενο ▼

Το εκλεκτό Pastry Family

Σαν σήμερα θυμάται ο κύριος Χατζόπουλος Αθανάσιος τη μέρα των εγκαινίων του πρώτου καταστήματος Pastry Family στην οδό Ριζάρη στο Παγκράτι, τoν Οκτώβρη του 1969. Με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, έμαθε από μικρός να αγαπά την τέχνη των γλυκών και θέλησε να την μεταφέρει στην Ελλάδα. Και πράγματι, όλη η αφρόκρεμα της Αθήνας έχει περάσει από το ζαχαροπλαστείο για να πάρει κάποια τούρτα με σοκολάτα και φράουλα, παστάκια με λευκή σοκολάτα και μπισκότα ή, καθώς πλησιάζουν τα Χριστούγεννα, μια κούτα μελομακάρονα. Μάλιστα, δε διστάζει να απαντήσει στις κριτικές για τις τσιμπιμένες τιμές των γλυκών του Pastry Family. "Όταν η αγορά των πρώτων υλών ξεπερνά κατά 7 φορές την τιμή των άλλων και όταν οι βέλγικες και γαλλικές σοκολάτες που έχουμε είναι οι πιο ακριβές που υπάρχουν, η αύξηση του κόστους, είναι μονόδρομος".
επόμενο ▼

Ο αιωνόβιος Χατζής

Το απόλυτο εκμέκ καταΐφι με παραδοσιακό καϊμάκι θα το απολαύσεις στο ζαχαροπλαστείο "Χατζής". Με μια ιστορία που ξεκινάει από το 1908 και τη Θεσσαλονίκη, το κατάστημα θα φτάσει (τα τελευταία επτά χρόνια) και στην Αθήνα, όπου θα σερβίρει εκτός των άλλων,μερακλίδικα κουρκουμπίνια, τουλούμπα με βουβαλίσιο καϊμάκι, βεζίρ παρμάκ, χανούμ μπουρέκ, καζάν ντι μπι, αλλά και τα ευρύτερα γνωστά σιροπιαστά όπως ο μπακλαβάς, το γαλακτομπούρεκο, το σαραγλί, το καταίφι και το κιουνεφέ καταΐφι που είναι πολίτικο, διπλοψημένο με γέμιση καρύδι (...κι επειδή μας τρέχουν τα σάλια σταματάμε εδώ).
επόμενο ▼

Παλιά Karavan-α της γεύσης

​Ακολουθώντας πιστά τις οικογενειακές συνταγές της ανατολίτικης παράδοσης, οι ιδρυτές του Karavan Μαρία και Παναγιώτης, άνοιξαν το πρώτο κατάστημα στην οδό Βουκουρεστίου, πριν από 32 χρόνια. Οι πρώτοι τους μπακλαβάδες ήταν μικροί σε μέγεθος αλλά πολύτιμοι σε γεύση, σαν τα κοσμήματα που πουλούσαν τα πολυτελή κοσμηματοπωλεία στη γειτονιά του χρυσού και των διαμαντιών. Εκτός από τον πολίτικο μαλακό μπακλαβά, τα λουκούμια με καϊμάκι, το καζάν ντιπί, το τσουρέκι με το μαχλέπι και τα σμυρνέικα κουλουράκια, θα κάνουν και τους πιο απαιτητικούς πελάτες να υποκύψουν και στο τέλος να υποκληθούν στο σιροπιαστό μεγαλείο του. ​